top of page
Blue Personal Objects

«Δεν είμαι καλά, αλλά δεν ξέρω γιατί»

  • Εικόνα συγγραφέα: Basilis Kolymenos
    Basilis Kolymenos
  • 11 Ιουν
  • διαβάστηκε 8 λεπτά

Όταν κάτι μέσα μας δυσκολεύεται, χωρίς να έχει όνομα


Μια αδιόρατη δυσκολία


Δεν είναι πάντα εύκολο να μιλήσεις για αυτό που αισθάνεσαι. Ίσως να μην μπορείς να το εξηγήσεις ούτε στον εαυτό σου. Κάποιες φορές, η φράση «δεν είμαι καλά» δεν συνοδεύεται από ένα σαφές γιατί. Αυτή η αδυναμία να προσδιορίσεις την πηγή των συναισθημάτων σου μπορεί να είναι απογοητευτική και να σε αφήνει με ένα αίσθημα αβεβαιότητας. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, χωρίς να γνωρίζεις ποιο είναι το επόμενο βήμα ή πώς να βγεις από αυτό.


Κι αυτό μπορεί να σε κάνει να αμφιβάλλεις για την εγκυρότητα του βιώματός σου: «Μήπως υπερβάλλω;», «Αφού δεν έχει συμβεί κάτι σοβαρό, γιατί νιώθω έτσι;» Αυτές οι ερωτήσεις μπορούν να σε βασανίζουν και να ενισχύουν την αίσθηση της μοναξιάς. Όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για την αναστάτωσή σου, είναι εύκολο να πιστέψεις ότι τα συναισθήματά σου δεν είναι έγκυρα ή ότι δεν αξίζει να τα μοιραστείς με άλλους. Αυτή η εσωτερική σύγκρουση μπορεί να οδηγήσει σε απομόνωση, καθώς η ανάγκη για κατανόηση και υποστήριξη παραμένει ανικανοποίητη.


Η αλήθεια είναι πως η ψυχική δυσφορία δεν εμφανίζεται πάντα με φανερά συμπτώματα ή τραυματικά γεγονότα. Μπορεί να αναδύεται αργά, σιωπηλά, μέσα από την καθημερινότητα, τις εσωτερικές συγκρούσεις, τις σχέσεις μας, ή την απουσία σύνδεσης με τον εαυτό μας. Αυτή η μορφή δυσφορίας μπορεί να είναι εξίσου δύσκολη να διαχειριστείς, καθώς μπορεί να εκδηλώνεται με τρόπους που δεν είναι άμεσα αναγνωρίσιμοι. Για παράδειγμα, μπορεί να νιώθεις μια συνεχόμενη κούραση ή μια αίσθηση κενού, χωρίς να μπορείς να προσδιορίσεις την αιτία.


Η καθημερινή πίεση, οι απαιτήσεις της δουλειάς, οι σχέσεις που δεν λειτουργούν όπως θα θέλαμε, ή ακόμα και η απλή ρουτίνα της ζωής μπορούν να συμβάλλουν σε αυτήν την εσωτερική αναστάτωση. Συχνά, οι άνθρωποι παραμελούν τις συναισθηματικές τους ανάγκες, εστιάζοντας σε εξωτερικούς παράγοντες και παραβλέποντας την εσωτερική τους κατάσταση. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι τα συναισθήματα που βιώνουμε, είτε είναι ευχάριστα είτε δυσάρεστα, έχουν αξία και αξίζουν την προσοχή μας.


Μέσα από την αυτογνωσία και την ενδοσκόπηση, μπορούμε να αρχίσουμε να κατανοούμε καλύτερα τις συναισθηματικές μας καταστάσεις. Η αναγνώριση και η αποδοχή των συναισθημάτων μας είναι το πρώτο βήμα για την επίλυσή τους. Μπορεί να χρειαστεί χρόνος και υπομονή για να κατανοήσουμε αυτά που νιώθουμε, αλλά είναι μια διαδικασία που αξίζει τον κόπο. Η επικοινωνία με άλλους, η αναζήτηση υποστήριξης και η ενασχόληση με δραστηριότητες που μας γεμίζουν μπορεί να μας βοηθήσουν να βρούμε ξανά τη σύνδεση με τον εαυτό μας και να ανακτήσουμε την ψυχική μας ευημερία.


Όταν όλα μοιάζουν "κανονικά", αλλά δεν νιώθεις καλά


Στην ψυχολογία, αυτό που περιγράφεται συχνά ως subclinical distress — μια δυσφορία που δεν πληροί απαραίτητα τα διαγνωστικά κριτήρια για κάποια διαταραχή — είναι πιο συχνό απ’ όσο φανταζόμαστε (Keyes et al., 2002). Αυτή η μορφή δυσφορίας μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες καταστάσεις της καθημερινής μας ζωής και συχνά παραβλέπεται, καθώς δεν χαρακτηρίζεται από τα έντονα συμπτώματα που συνδέονται με τις κλινικές ψυχικές διαταραχές. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την ποιότητα ζωής μας, καθώς μπορεί να διαταράξει τις σχέσεις μας, την εργασία μας και την προσωπική μας ευημερία:


  • Απώλεια ενδιαφέροντος και νοήματος: Οι άνθρωποι που βιώνουν subclinical distress συχνά αναφέρουν ότι χάνουν το ενδιαφέρον τους για δραστηριότητες που προηγουμένως τους έδιναν χαρά. Αυτή η απώλεια μπορεί να είναι σταδιακή και να μην είναι άμεσα αντιληπτή, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε μια αίσθηση κενού και ανικανοποίητου στη ζωή τους.

  • Συναισθήματα κενού ή ανίας: Η αίσθηση του κενού μπορεί να είναι εξαιρετικά απογοητευτική, καθώς οι άνθρωποι μπορεί να αισθάνονται παγιδευμένοι σε μια ρουτίνα χωρίς νόημα. Αυτή η ανία μπορεί να τους οδηγήσει σε μια κατάσταση αδράνειας, όπου η έλλειψη κινήτρων καθιστά δύσκολη την εκτέλεση ακόμη και των πιο απλών καθημερινών δραστηριοτήτων.

  • Υπόγειο άγχος χωρίς φανερή αιτία: Πολλοί άνθρωποι που βιώνουν subclinical distress αναφέρουν ότι αισθάνονται ένα μόνιμο άγχος που δεν μπορεί να αποδοθεί σε συγκεκριμένες καταστάσεις ή γεγονότα. Αυτό το άγχος μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαχειριστεί, καθώς οι άνθρωποι μπορεί να μην κατανοούν την προέλευσή του, γεγονός που μπορεί να τους κάνει να νιώθουν ακόμη πιο απομονωμένοι.

  • Αίσθηση αποσύνδεσης από τους άλλους και τον εαυτό: Η αποσύνδεση αυτή μπορεί να εκδηλωθεί ως αδυναμία να συνδεθούν συναισθηματικά με άλλους ή να νιώσουν ότι δεν γνωρίζουν τον εαυτό τους όπως παλαιότερα. Αυτή η απομόνωση μπορεί να εντείνει τα συναισθήματα της μοναξιάς και της απογοήτευσης, οδηγώντας σε έναν κύκλο αρνητικής σκέψης και αδυναμίας.


Αυτά τα συμπτώματα, αν και «χαμηλής έντασης», μπορούν να γίνουν χρόνιο υπόστρωμα δυσφορίας, ειδικά όταν αγνοούνται ή απαξιώνονται. Όταν οι άνθρωποι δεν αναγνωρίζουν ή δεν δίνουν προσοχή σε αυτά τα σημάδια, μπορεί να οδηγηθούν σε μια κατάσταση όπου η υποκείμενη δυσφορία εξελίσσεται σε πιο σοβαρές ψυχικές καταστάσεις. Είναι κρίσιμο να ενθαρρύνουμε τη συνειδητοποίηση και την αναγνώριση αυτών των συμπτωμάτων, καθώς και να αναζητήσουμε υποστήριξη όταν τα βιώνουμε, προκειμένου να αποτραπεί η επιδείνωση της κατάστασης και να προαχθεί η ψυχική ευημερία.


Εσωτερικότητα, στοχασμός, ήπια αποσύνδεση.
Εσωτερικότητα, στοχασμός, ήπια αποσύνδεση.

Δεν χρειάζεται να ξέρεις "τι έχεις" για να ζητήσεις βοήθεια


Η σύγχρονη θεραπευτική σκέψη αναγνωρίζει με ολοένα και μεγαλύτερη σαφήνεια πως η ανθρώπινη εμπειρία δεν χωρά πάντα σε διαγνωστικά κουτιά και στενές κατηγοριοποιήσεις. Η υπαρξιακή ψυχολογία, για παράδειγμα, φωτίζει τη σημασία του νοήματος, της αυθεντικότητας και των υπαρξιακών συγκρούσεων που βιώνουν οι άνθρωποι. Αυτές οι συγκρούσεις περιλαμβάνουν φόβους, ερωτήματα και εσωτερικές αναζητήσεις που δεν είναι "παθολογικές", αλλά αντίθετα, είναι βαθιά ανθρώπινες και φυσιολογικές διαδικασίες που σχετίζονται με τη ζωή και την ύπαρξη (Yalom, 1980; van Deurzen, 2012). Αυτές οι εσωτερικές αναζητήσεις συχνά αποκαλύπτουν την επιθυμία του ατόμου να κατανοήσει τον εαυτό του και τον κόσμο γύρω του, αναζητώντας απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα όπως το "ποιος είμαι;" και "ποιο είναι το νόημα της ζωής;".


Η θεραπεία, σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι απαραίτητα μια παρέμβαση πάνω σε μια "διαταραχή", αλλά ένας χώρος συνάντησης με τον εαυτό, όπου οι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να εξερευνήσουν τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους. Αυτός ο χώρος μπορεί να είναι ιδιαίτερα πολύτιμος, ακόμα και όταν ο εαυτός είναι συγκεχυμένος και οι σκέψεις είναι αναστατωμένες. Μέσα από τη διαδικασία αυτή, οι θεραπευόμενοι μπορούν να ανακαλύψουν νέα επίπεδα κατανόησης και αποδοχής, να επεξεργαστούν τα συναισθήματά τους και να αποκτήσουν μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για το ποιοι είναι και τι επιθυμούν από τη ζωή τους. Αυτή η διαδικασία μπορεί να περιλαμβάνει την αναγνώριση και την αποδοχή των φόβων και των ανασφαλειών τους, καθώς και την αναζήτηση τρόπων να δημιουργήσουν νόημα από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

Η θεραπευτική αυτή προσέγγιση μπορεί να προάγει την αυθεντικότητα, ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να ζουν σύμφωνα με τις δικές τους αξίες και πεποιθήσεις, αντί να προσπαθούν να χωρέσουν σε κοινωνικά ή πολιτισμικά πρότυπα που δεν τους αντιπροσωπεύουν. Καθώς οι θεραπευόμενοι δουλεύουν για να κατανοήσουν καλύτερα τον εαυτό τους και τις εμπειρίες τους, μπορεί να αναδυθούν νέες δυνατότητες για ανάπτυξη και αλλαγή. Έτσι, η θεραπεία μετατρέπεται σε μια διαδικασία ανακάλυψης και αυτογνωσίας, όπου οι άνθρωποι μπορούν να βρουν την εσωτερική τους δύναμη και να αναπτύξουν μια πιο υγιή σχέση με τον εαυτό τους και τους άλλους γύρω τους.


Η αβεβαιότητα του "δεν ξέρω τι μου συμβαίνει", αλλά και η δυνατότητα πορείας.
Η αβεβαιότητα του "δεν ξέρω τι μου συμβαίνει", αλλά και η δυνατότητα πορείας.

Οι "ήσυχες" μορφές ψυχικής δυσφορίας


Οι γνωσιακές στρεβλώσεις (cognitive distortions) που συχνά συνοδεύουν την ήπια δυσφορία είναι μια σημαντική πηγή ψυχολογικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι. Αυτές οι στρεβλώσεις περιλαμβάνουν διάφορους τύπους αρνητικής σκέψης που μπορούν να επηρεάσουν την αντίληψη του εαυτού και του κόσμου γύρω μας. Μια από τις πιο κοινές μορφές είναι η καταστροφολογία, όπου το άτομο τείνει να υπερεκτιμά τις αρνητικές συνέπειες μιας κατάστασης, φαντάζοντας το χειρότερο σενάριο, ακόμη και όταν η πραγματικότητα δεν δικαιολογεί τέτοιες ανησυχίες.


Επιπλέον, η υποτίμηση του εαυτού αποτελεί μια άλλη γνωσιακή στρέβλωση που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική ψυχική δυσφορία. Τα άτομα που υποτιμούν τον εαυτό τους συχνά πιστεύουν ότι δεν αξίζουν βοήθεια ή ότι οι ανάγκες τους δεν είναι αρκετά σημαντικές για να δικαιολογήσουν την αναζήτηση υποστήριξης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια επικίνδυνη κατάσταση, όπου οι άνθρωποι αποφεύγουν να ζητήσουν βοήθεια, πιστεύοντας ότι οι δυσκολίες τους είναι ασήμαντες ή ότι θα πρέπει να τις αντιμετωπίσουν μόνοι τους.


Η σκέψη «αν δεν έχω σοβαρό πρόβλημα, δεν χρειάζομαι βοήθεια» είναι μια άλλη μορφή γνωσιακής στρέβλωσης που ενισχύει την αμφισβήτηση των ίδιων μας των αναγκών. Αυτή η αντίληψη μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες, καθώς μπορεί να αποτρέψει τα άτομα από το να αναγνωρίσουν ότι η υποκειμενική τους εμπειρία, ανεξαρτήτως της σοβαρότητας της κατάστασης, είναι επαρκής λόγος για να αναζητήσουν υποστήριξη. Πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ότι οι συναισθηματικές τους ανάγκες είναι εξίσου σημαντικές με τις φυσικές ή τις ψυχικές τους ανάγκες και ότι η αναζήτηση βοήθειας δεν σημαίνει αδυναμία, αλλά αντίθετα, είναι μια πράξη θάρρους και αυτοφροντίδας.


Η αναγνώριση αυτών των γνωσιακών στρεβλώσεων είναι το πρώτο βήμα προς την ψυχική ευημερία. Η εκπαίδευση και η ενημέρωση σχετικά με τις στρεβλώσεις αυτές μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να αναγνωρίσουν τις αρνητικές τους σκέψεις και να τις αμφισβητήσουν. Μέσω αυτής της διαδικασίας, μπορούν να μάθουν να εκτιμούν την υποκειμενική τους εμπειρία και να αναγνωρίζουν την αξία της αναζήτησης υποστήριξης, ανεξαρτήτως της σοβαρότητας των προβλημάτων τους.


Η θεραπεία ως συντροφιά στην αναζήτηση


Σε ένα ασφαλές θεραπευτικό πλαίσιο, μπορεί να αρχίσεις να παρατηρείς τις μικρές, αθέατες σου ανάγκες, εκείνες που ίσως να μην είχες ποτέ αναγνωρίσει ή που είχες μάθει να αγνοείς. Να καταλάβεις από πού προκύπτει αυτή η εσωτερική θολούρα, αυτή η αίσθηση της σύγχυσης που μπορεί να σε συνοδεύει καθημερινά. Ίσως να αρχίσει να ξεκαθαρίζει κάτι — όχι με την έννοια της "λύσης", αλλά με την έννοια της επαφής με αυτό που πραγματικά υπάρχει μέσα σου (Gendlin, 1981). Αυτή η διαδικασία μπορεί να είναι βαθιά και μεταμορφωτική, καθώς επιτρέπει να αναδυθούν συναισθήματα και σκέψεις που μέχρι τώρα παρέμεναν κρυμμένα ή καταπιεσμένα.


Καθώς προχωράς σε αυτή τη διαδικασία, και με τον χρόνο, αυτό που κάποτε ήταν απλώς «ένα βάρος» μπορεί να αποκτήσει νόημα, να γίνει πιο αναγνωρίσιμο, πιο απαλό. Οι αναμνήσεις και οι εμπειρίες που σε βάραιναν μπορεί να αρχίσουν να παίρνουν μορφή και χρώμα, και να κατανοήσεις τις ρίζες τους. Δεν χρειάζεται να είσαι «χάλια» για να ζητήσεις βοήθεια. Αρκεί να νιώθεις ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι υπάρχει μια αίσθηση ανικανοποίητου ή δυσφορίας που σε ακολουθεί. Αυτό από μόνο του αξίζει χώρο, αξίζει προσοχή και φροντίδα. Η αναγνώριση αυτής της ανάγκης είναι το πρώτο βήμα προς την αυτοκατανόηση και την αποδοχή.


Η θεραπεία δεν είναι μόνο για τις κρίσεις ή τις σοβαρές καταστάσεις. Είναι και για τις καθημερινές προκλήσεις, για τις αβεβαιότητες και τις ανησυχίες που μπορεί να φαίνονται μικρές, αλλά που έχουν τη δύναμη να επηρεάσουν την ποιότητα της ζωής σου. Με την υποστήριξη ενός θεραπευτή, μπορείς να εξερευνήσεις αυτά τα συναισθήματα σε ένα περιβάλλον που είναι ασφαλές και υποστηρικτικό. Εκεί, μπορείς να ανακαλύψεις τις πηγές των ανησυχιών σου και να αρχίσεις να χτίζεις μια νέα σχέση με τον εαυτό σου, μια σχέση που βασίζεται στην κατανόηση, την αποδοχή και την αγάπη.


Ζεστασιά, αποδοχή, αυτοσυμπόνια.
Ζεστασιά, αποδοχή, αυτοσυμπόνια.

Μερικές ερωτήσεις που ίσως σε αφορούν:


  • Νιώθω συχνά "εκτός εαυτού" χωρίς προφανή λόγο;

  • Λειτουργώ, αλλά αισθάνομαι σαν να λείπει κάτι από μέσα μου;

  • Μήπως αναβάλλω συνεχώς τη φροντίδα του εαυτού μου επειδή «δεν είναι και τόσο σημαντικό»;


Αν αναγνωρίζεις κάτι από τα παραπάνω, ίσως ήρθε η ώρα να δώσεις λίγο χώρο σε αυτή την εσωτερική φωνή. Δεν είναι ανάγκη να έχεις απαντήσεις. Αρκεί να ξεκινήσεις με ειλικρίνεια από αυτό που νιώθεις — όπως κι αν το ονομάζεις.


Αντί επιλόγου

Η ψυχοθεραπεία μπορεί να είναι το πλαίσιο όπου το "κάτι δεν πάει καλά" βρίσκει λέξεις, συνοχή και, εν τέλει, κατανόηση.Όχι για να σε αλλάξει, αλλά για να σε φέρει πιο κοντά σε εσένα.


📚 Αναφορές (APA Style)

  • Beck, J. S. (2011). Cognitive behavior therapy: Basics and beyond (2nd ed.). New York: Guilford Press.

  • Gendlin, E. T. (1981). Focusing. New York: Bantam.

  • Keyes, C. L. M., Shmotkin, D., & Ryff, C. D. (2002). Optimizing well-being: The empirical encounter of two traditions. Journal of Personality and Social Psychology, 82(6), 1007–1022. https://doi.org/10.1037/0022-3514.82.6.1007

  • van Deurzen, E. (2012). Existential psychotherapy and counselling in practice (3rd ed.). London: Sage Publications.

  • Yalom, I. D. (1980). Existential psychotherapy. New York: Basic Books.

 
 
 

Comments


bottom of page